Pages

Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2015

Η ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ τιμά το Αλδεβαράν του Ανδρέα Θωμόπουλου (η ΕΡΤ, πότε;)

Το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Doclisboa 2015, που γίνεται στη Λισαβόνα, πρωτεύουσα της Πορτογαλίας (22 Οκτ-1 Νοε), διοργανώνει τιμητική προβολή του φιλμ Αλδεβαράν, του Ανδρέα Θωμόπουλου.
Η οργανωτική επιτροπή, αξιολόγησε το φιλμ, ως ένα από τα καλύτερα του ελληνικού κινηματογράφου, και έστειλε στον σκηνοθέτη, επιστολή, ζητώντας την άδεια προβολής, σημειώνοντας...

«...Θα ήταν τεράστια τιμή να προβάλλουμε το Αλδεβαράν, στο Φεστιβάλ...»

Το Αλδεβαράν, γυρισμένο το 1975, δεν έχει παιχτεί ποτέ από κανένα ιδιωτικό κανάλι.
Θα περιμέναμε ίσως, η ΕΡΤ, να το έχει προβάλλει.
Και όμως...ούτε η ΕΡΤ!
Μία φορά μόνο, κάποιος στην ΕΡΤ είχε την ιδέα προβολής και λίγα λεπτά αφού έπεσαν οι τίτλοι αρχής, έπεσε και τηλεφώνημα υπουργού (ή γυναίκας υπουργού), από την τότε κυβέρνηση Καραμανλή, και η προβολή διακόπηκε! Ειδοποιήθηκε μάλιστα, ο Ανδρέας Θωμόπουλος, να πάει να παραλάβει την κόπια, αλλιώς θα την πέταγαν!



Η Ελένη Μανιάτη, στο ρόλο της φοιτήτριας που γίνεται call girl

Το φιλμ ΑΛΔΕΒΑΡΑΝ του Ανδρέα Θωμόπουλου, είναι ένα από τα σημαντικότερα έργα της Ροκ Αναζωπύρωσης.


 Με τον όρο «Ροκ Αναζωπύρωση» εννοούμε την επανεμφάνιση του ροκ μετά την πτώση της χούντας, και ύστερα από τη διετία του ανταρτορόκ (1974-76) όπου η ψυχεδελική έκφραση «πάγωσε» και κυριάρχησε η στρατευμένη τέχνη. Χρονικά η Ροκ Αναζωπύρωση τοποθετείται στα χρόνια 1976-1980.




Απόσπασμα από το φιλμ Αλδεβαράν, το ιστορικό πια τραγούδι "Σκόνες Πέτρες Λάσπη". Δημήτρης Πουλικάκος, Δημήτρης Φινινής, το συγκρότημα Εξαδάκτυλος και άλλοι 


Το «Αλδεβαράν» είναι μια χώρα που βρίσκεται σε πτώση. Πρωτεύουσά της, το «Αλμικανταράτε».
Είναι προφανές, ότι ο Θωμόπουλος δημιουργεί μία πικρή ωδή στην επαναστατική παρακμή της μεταπολιτευτικής Ελλάδας. Ο νοσταλγός της επανάστασης αναφέρεται στο Αλμικανταράτε (δηλαδή στην Αθήνα της εποχής) με τους στίχους…

Χαίρε που όλα σου είναι πελώρια
Χαίρε που η τύχη σου στάζει γονόρροια
Χαίρε Αλμικανταράτε του Αλδεβαράν
Χαίρε καμπαναριό
που οι καμπάνες του
πια δεν βαράν.
Χαίρε συνάρτηση πολλών μεταβλητών
Χαίρε μιγαδικέ
Χαίρε υπερωκεάνιο 15000 τόνων
Χαίρε Τιτανικέ!


Ο ηθοποιός Δημήτρης Φινινής, που υποδύεται τον ποιητή, σε μία χαρακτηριστική σκηνή του φιλμ Αλδεβαράν.

Τους στίχους αυτούς απαγγέλλει ο ποιητής (Δ.Φινινής), νοσταλγώντας την λάμψη της ψυχεδελικής και αντιδικτατορικής νεολαίας που τώρα, μεταλλαγμένη πια, πάσχει από αρρώστια τα συμπτώματα της οποίας περιγράφονται με τα λόγια:

«Δεν έχω κέφι πια να γράφω ποιήματα. Αν τα πράγματα ήταν
όπως πριν θα έγραφα… νιώθω να γερνάω, νιώθω να γίνομαι σοβαρός…νιώθω ότι γίνομαι ευσυνείδητος και τεμπέλης».


Το κεντρικό πρόσωπο του φιλμ, ο ποιητής (Δ. Φινινής), έχει τη θέση του κάποτε λαμπερού και τώρα ανήμπορου επαναστάτη που προσβάλλεται, ή νομίζει ότι προσβάλλεται, από καρκίνο. Και όμως –όπως αφήνεται να εννοηθεί στο φιλμ- πεθαίνει 99 χρόνων. Η συμβολική του θανάτου είναι ίδια με την προηγηθείσα στη σκέψη του Τριανταφύλλου στο «Ξεχασμένο Πηγάδι». Η ασθένεια του ποιητή ισοδυναμεί με την τακτοποίηση στην καταναλωτική και κομματική κοινωνία. Η κοπέλα του (Ε. Μανιάτη), έχει καταντήσει call girl που σημειολογικά παραπέμπει στη διαστροφή της επαναστατικής αθωότητας και στον θάνατο του έρωτα που καθοδηγούσε τη νεανική διάθεση στην εποχή της δικτατορίας. Τώρα πλέον όλα είναι υπό κομματικό υπολογισμό και ο καλός φίλος Κρις (Δ. Πουλικάκος), παίρνει την κιθάρα του και φεύγει για το εξωτερικό, υπονοώντας την κατάρρευση της ψυχεδελικής σκηνής στην Ελλάδα.

Το σενάριο, το έγραψε ο Ανδρέας Θωμόπουλος, σαν ένα μεγάλο ποίημα, σχεδόν απνευστί, μέσα σε τρεις μόνο μέρες, και αμέσως μετά ξεκίνησαν τα γυρίσματα. Είναι μια ταινία που γυρίστηκε σε οκτώ μέρες και συνεπώς, τόσο από τον χρόνο γραφής του σεναρίου, όσο και από τον χρόνο εκτέλεσης της παραγωγής, το Αλδεβαράν έχει τα στοιχεία ενός ταχυδράματος.
Ουσιαστικά ο Ανδρέας Θωμόπουλος, μιλάει για τον εαυτό του και γι αυτό που βίωσε ερχόμενος στην Ελλάδα, ύστερα από την αυτοεξορία του στο Λονδίνο στα χρόνια της χούντας. Περίμενε να βρει μια Αθήνα διαφορετική, περίμενε μια ενέργεια δημιουργίας, αλλά απογοητεύεται πλήρως από το μεταπολιτευτικό περιβάλλον. Η απογοήτευσή του εκφράζεται τόσο με λόγια του ποιητή όσο και με λόγια του μουσικού που υποδύεται ο Δημήτρης Πουλικάκος. Ο ρόλος του μουσικού είχε γραφτεί για τον Νικόλα Άσιμο, αυτός αποτελεί την έμπνευση του Θωμόπουλου, όταν γράφει το σενάριο. Όμως στο πρώτο γύρισμα, ο Άσιμος δεν εμφανίστηκε και οι προσπάθειες των ανθρώπων του συνεργείου να τον εντοπίσουν μένουν άκαρπες. Έτσι ο Θωμόπουλος αποφασίζει να πάρει τηλέφωνο τον Πουλικάκο και να του προτείνει τον ρόλο.
‘Ένα μέρος του φιλμ, αναφέρεται στην Υπερλεξιστική ποίηση. Ο ποιητής απαγγέλλει στίχους που ο Θωμόπουλος θυμάται από την παρέα του στο Λονδίνο. Η παρέα αυτή, σχηματίζεται εκεί στα χρόνια της χούντας από τους Γιώργο Μακρή, Ηρακλή Παπαδάκη, Φώτη Μεσθεναίο, Τόνια Μαρκετάκη, Γιώργο Βότση, Λάκη Καραλή και άλλους. Όλοι αυτοί σε νυχτερινά γλέντια απαγγέλλουν και υπερλεξιστκά ποιήματα τα οποία ονομάζουν «Λετρίστικα». Σουξέ τους ήταν το «Ζηνόντας από Βίδονος Σαβίνι», το οποίο μάλιστα και τραγουδούν πάνω σε μουσική του Νάσου Πατέτσου. Το ποίημα αυτό, που περιλαμβάνεται στο φιλμ, δεν γνωρίζουμε από ποιον έχει γραφτεί, αλλά δύο τουλάχιστον στίχοι του, ταυτίζονται με στίχους από ποίημα του Λαπαθιώτη (Βάο Γάο Δάο. 1938).


1 σχόλιο:

  1. Κύριε Νταλούκα,
    Διαβάζοντας το άρθρο σας σήμερα (6-7-2017) για το φίλμ Αλδεβαράν και την προβολή του στην Πορτογαλία έχω να κάνω την εξής προσωπική επισήμανση. Περί τα τέλη της δεκαετίας του '70 ήμουν μαθητής του Λυκείου στην επαρχία και διψασμένος για μοντέρνα μουσική - όρος που χρησιμοποιούνταν για χρόνια από τα τοπικά μέσα για οτιδήποτε όπως λέγαν ξενόφερτο - σύγχρονο ελληνικό και ξένο κινηματογράφο και οτιδήποτε βοηθούσε τ' αυτιά, τα μάτια, το μυαλό και την σκέψη να πάει λίγο πιο πέρα από τα συνηθισμένα.
    Η κρατική τηλεόραση τότε δεν συνήθιζε με πάγια τακτική να προαναγγέλλει ή να διαφημίζει στο πρόγραμμα της αφιερώματα, μουσικά γεγονότα, ταινίες ή ντοκιμαντέρ.
    Οτιδήποτε ενδιαφέρον ή μη συνήθως σου προέκυπτε τυχαία αν απλώς είχες ανοιχτό τον δέκτη σου, τ΄ αυτιά σου, τα μάτια σου αλλά κυρίως την προσοχή σου.
    Ένα βράδυ πάντως στα τέλη του ’70 όπως είπα η κρατική τηλεόραση έδειξε το Αλδεβαράν ολόκληρο. Το θυμάμαι πολύ καλά γιατί το παρακολουθούσα με περιέργεια, απορία και έκσταση και δεν ήξερα που να εστιάσω περισσότερο. Ευτυχώς οι γονείς μου εκείνο το βράδυ είχαν βγει έξω και εγώ … όχι .
    Αφού έβλεπα και άκουγα ακίνητος και στητός μπροστά στο δέκτη πήρα ένα πρόχειρο χαρτί και μολύβι για να σημειώσω ότι στοιχείο μπορούσα περιμένοντας με αγωνία τους τίτλους τέλους για οποιαδήποτε επιπλέον πληροφορία.
    ‘Όντως στο τέλος υπήρχαν επιπλέον στοιχεία για τραγούδια και συντελεστές και αν θυμάμαι καλά γραμμένοι σε με στοιχεία γραφομηχανής.
    Ήταν όπως σχεδόν αδύνατο με τα ανύπαρκτα τότε Αγγλικά μου να προλάβω να σημειώσω κάτι από μνήμης και αυτά μεταφράζοντας τα ακουστικά με ελληνικά στοιχεία. Πέρασαν πολλά χρόνια μέχρι να βρώ κάποια ασφαλή πληροφορία γύρω από το φίλμ την δημιουργία του και την μουσική που χρησιμοποιήθηκε σ΄ αυτό.

    Με εκτίμηση
    Στέργιος Βολόγκας
    Τρίκαλα - Θεσσαλίας

    ΑπάντησηΔιαγραφή