Πέμπτη 6 Σεπτεμβρίου 2018

Μαρία Σκουρλά • Ονόματα στις Λεύκες

Γράφει η Φανή Χούρσογλου

Στην εποχή της κρίσης, των social media και της αυτοέκδοσης, η δημιουργική διάθεση νεοεμφανιζόμενων λογοτεχνών και ποιητών γνωρίζει μια πρωτοφανή άνθιση. Χωρίς να υπάρχουν τα "κινήματα" του παρελθόντος, διακρίνει κανείς διάφορες τάσεις συνηθέστερες ή σπανιότερες αναμεταξύ τους.

Όπως - ας πούμε - την τάση αρκετών να "κλειδώνουν" ερμητικά τα ποιήματά τους και στη συνέχεια να πετάνε το κλειδί, αφήνοντας τον αναγνώστη αβοήθητο στο σκοτεινό δωμάτιο ενός λόγου τόσο δυσνόητου που συχνά χάνεται ήδη πριν την πρωταρχική του μετάφραση στο νου του αποδέκτη.

Η Μαρία Σκουρλά (φωτο) όμως, αντίθετα, ανοίγει διάπλατα ένα παράθυρο με θέα, κι έτσι αφήνει να περάσει το θαλασσινό αεράκι με τ' αρώματα του θυμαριού και του φασκόμηλου μες στο μυαλό του αναγνώστη της.

Ούτε στην έτερη παγίδα πέφτει, εκείνη των οργισμένων αιωνίων εφήβων, που πρώτο μέλημά τους είναι να πετάξουν το ανθολόγιο, κάθε που τελειώνει η διαρκώς επαναλαμβανόμενη σχολική χρονιά.

Κάθε άλλο, σέβεται και συνομιλεί κι ακούει τις ιστορίες των "παλιών", σα να τα λέγανε εψές στο καφενείο. Τιμά τους προγόνους της (εξ' αίματος ή εκ τέχνης) κι αγαπά τον τόπο μας, σε μια εποχή που η έννοια της "πατρίδας" έχει πάρει μια σχεδόν απαξιωτική ή τουλάχιστον "ύποπτη" χροιά στα μάτια των επιφανειακά και δήθεν μόνο προοδευτικών. 

Η Μαρία πιάνει τα πράγματα απ΄την αρχή, και σαν πρώτη λογοτεχνική δημοσίευση προτιμά να συστηθεί σαν φίλη, εκφράζοντας με καθαρότητα, απλότητα και αμεσότητα το συναισθηματικό της φορτίο. Μιλά συναισθητικά, ποτίζοντας τις λέξεις της με χρώματα, αρώματα και ήχους. Με την καλώς εννοούμενη ελληνικότητα που τη διακρίνει, διατρέχει την ιστορία και τα τοπία του τόπου μας όχι όμως με άγονη νοσταλγία αλλά με την καίρια αγωνία για το σήμερα και το αύριο.

Τα ποιήματα της Μαρίας σεργιανίζουν τα νερά σ' ένα διαχρονικό δρομολόγιο, λουσμένα στο φως (ακόμα κι όταν την πληγώνει το σκοτάδι), στης φύσης την ανάσα, στο μυστικό τραγούδι της ελπίδας, στο φτερούγισμα των γλάρων και στα μονοπάτια των ξωτικών, στο μύθο και το όνειρο, στην παιχνιδιάρικη ψυχή που όλο διαφεύγει, σε πείσμα των περαστικών, των χορηγών, των φυλακών κι όλων των άλλων αδηφάγων άγριων θεριών.

Σε αυτές τις σοβαρές σύγχρονες απειλές θα στρέψει λοιπόν και την πολεμική της, κι όχι σε εμπαθείς αφορισμούς συλλήβδην του παρελθόντος μας, απ΄το οποίο προτιμά να κρατά τη γαληνεμένη θάλασσα του Σεπτέμβρη, να επισκέπτεται εκείνο το έρημο σπίτι στο νησί, και σαν παιδάκι να φοβάται (ενδεχομένως μεταφορικά) τον ύπνο ως χαμένο χρόνο...

Χωρίς να λείπουν οι συμβολισμοί από το έργο της, η Μαρία δεν επιχειρεί αδέξιες σουρεαλιστικές πτήσεις για να θολώσει τα νερά. Παραμένει γειωμένη και εστιασμένη στο νόημα που θέλει να κοινωνήσει μαζί μας, ως ουσία της τέχνης και της ζωής: την ανιδιοτελή αγάπη για το πνευματικό.

Η ποίηση της Μαρίας μοιάζει με πολύχρωμο καΐκι, που σε πείσμα των κρις κραφτ και των χλιδάτων (πλην όμως αυτο-όμοιων) κότερων, φέρνει βόλτες το πέλαγος περήφανο, γιατί έχει πάνω του μια τέχνη και μια ιστορία απολύτως εναρμονισμένη με το περιβάλλον - που καλό θα ήταν να διαφυλάξουμε ως κόρη οφθαλμού, για να το δουν και να το ταξιδέψουν οι δικές μας κόρες και οι γιοι. Κι έχει σκαλίσει την ταυτότητα της μνήμης στο σκαρί του, ώστε να μην σκορπίσει σαν τα φύλλα από τις λεύκες στον αέρα.

Ένα ποίημα από την ποιητική συλλογή:

Ήταν ένα μικρό καράβι αταξίδευτο
Ξαπλώνω στο κρεβάτι
σε στάση εμβρύου
κλείνω τα μάτια
το φως τα διαπερνά
τα ξανανοίγω
κάλεσμα σε ελάσσονα κλίμακα
ένα καράβι ξεπροβάλει
υγρό φορτίο κουβαλά
αμφορείς με θαλασσινό νερό
μετά βίας επιπλέει
πελώριο σιδερένιο νησί στη ζεστή θάλασσα
σιγά σιγά βυθίζεται, ρυθμικά και αθόρυβα
οι γλάροι το αποχαιρετούν νωχελικά
θρηνούν στο επόμενο λιμάνι.

Ξαπλώνω στο κρεβάτι
τα πόδια μου περισσεύουν
προσπαθώ να κλείσω τα μάτια
ύπνος – χαμένος χρόνος
το σώμα μου ανεξερεύνητος χάρτης που καίει
πόθοι και μυστικά πριν την ενήλικη ζωή
το καράβι ξεπροβάλει και πάλι
ελαιογραφία αρχοντικής γενιάς δοσμένη
πλέει αργά και ξαφνικά χάνεται
βυθίζεται στα Τάρταρα
κανείς δε το αναζητά.

Ξαπλώνω στο κρεβάτι
αναζητώ το άλλο γνώριμό σώμα
νυχτερινή κατάκλιση επιβάλει η καθημερινότητα
κλείνω τα μάτια
αναμμένος φάρος η τηλεόραση
ένα καράβι ξεπροβάλλει, το ίδιο καράβι
μοιάζει ξαναβαμμένο
ο πατέρας μου χωμένος στο αμπάρι
μουτζούρα και ζέστη η μόνιμη ανταμοιβή
πλέει αργά και ξαφνικά βυθίζεται
το φορτίο επιπλέει για λίγο στα μαύρα νερά
«γκαζάδικό ήταν» θα πουν στο νυχτερινό δελτίο.

Ξαπλώνω στο κρεβάτι
ο χώρος που μου αναλογεί μικραίνει
περισσότερα σκεπάσματα
στοίβες βιβλία που δεν πρόλαβα να ανοίξω
τα μάτια μου κλείνουν με ευκολία
το ίδιο καράβι ξεπροβάλλει
λαμπερό , αγέρωχο σκαρί
η θάλασσα είναι λίμνη
όλα ακούνητα βουβά
ανέγγιχτα τα χρώματα στο αλάτι και στα φύκια
με μια περήφανη βουτιά βυθίζομαι στην άβυσσο
ύπνος και θάνατος η τέλεια συμφωνία.

Μαρία Σκουρλά- Από την ποιητική συλλογή Ονόματα στις Λεύκες

Ονόματα στις Λεύκες
Μαρία Σκουρλά

Εκδόσεις : Γαβριηλίδης
Σελίδες: 48
Σχήμα: 16.5 x 24.5cm
Εξώφυλλο: Χαρτόδετο
Ημερομηνία έκδοσης: 2018

Τιμή | 9.54 €


1 σχόλιο:

  1. πολυ καλη η γραφη της σκουρλα.εντυπωσιαστηκα απο τα ποιηματα της.

    ΑπάντησηΔιαγραφή