Φωτό:Μία από τις ομορφότερες των ελληνίδων φρικιών. Η Κατερίνα η Μαύρη Τελεία, ή Τζάνις, ή Μόρισσον ή Πάμελα Σούζαν. Φωτ. Μ Νταλούκας, 1983
Αυτό το τοπίο είναι ένα παλιό
διαστημικό ακρωτήρι. Κάποτε από εδώ, εκτοξεύονταν, τα φρικιά, οι φρίκοι, τα
φρίκουλα. Πολλές φορές, η εκτόξευση, επιτυχημένη. Μπορεί κι εσύ να ήσουν ένας
από αυτούς τους ωραίους μυστήριους που ξάπλωναν σε γρασίδια, πριν αποδεκατιστούν
από την μεγάλη αρρώστια.
Η λέξη φρικιό ήταν προσδιοριστικό της νεανικής διάθεσης, ερχόταν από το εξωτερικό και εξαπλωνόταν
γρήγορα παντού στην Ελλάδα.
Το τι ακριβώς σήμαινε, ήταν αίνιγμα. Για την κοινωνία των μεγάλων, σοβαρών και φιλήσυχων, το φρικιό ήταν πρόσωπο ανυπόληπτο, που είχε πάρει κατηφορικό δρόμο.
Το τι ακριβώς σήμαινε, ήταν αίνιγμα. Για την κοινωνία των μεγάλων, σοβαρών και φιλήσυχων, το φρικιό ήταν πρόσωπο ανυπόληπτο, που είχε πάρει κατηφορικό δρόμο.
Δεν είναι περίεργο; Που δεν
βρέθηκε ποτέ ένας, έστω και δικολάβος, να ρωτήσει «και γιατί να είναι κατήφορος
και όχι ανήφορος;». Θα είχε δίκιο, διότι ανάλογα με
την θέση που κατέχει κανείς, έτσι και βλέπει
τον δρόμο.
Τα φρικιά, στις ατελείωτες
συζητήσεις τους, δεν συμφωνούσαν για το νόημα της αινιγματικής λέξης. Μερικοί,
την ταύτιζαν με την επανάσταση. Με αυτή την έννοια, διαφωνούσε αμέσως εκείνος
που βασανιζόταν από αθρόες και αθροιστικές αθυμίες «Για ποια επανάσταση ρε
τορπιλάκατοι όταν τρέμουν χέρια και
πόδια;».
Κάποιοι, χαρούμενοι, έλεγαν (μασουλώντας φουντούκια) μήπως φρικιό ίσον ασταμάτητο γλέντι. Διαφωνία κι εδώ αφού είναι αδύνατον να συμφωνήσει ο έλληνας, αλλά και αφού μαζί με τη χαρά, έπαιζε και η φρίκη. Μάλιστα, η Σούλα, μία κοπέλα αξέχαστη, ήθελε να την φωνάζουν Φρίκη.
Κάποιοι, χαρούμενοι, έλεγαν (μασουλώντας φουντούκια) μήπως φρικιό ίσον ασταμάτητο γλέντι. Διαφωνία κι εδώ αφού είναι αδύνατον να συμφωνήσει ο έλληνας, αλλά και αφού μαζί με τη χαρά, έπαιζε και η φρίκη. Μάλιστα, η Σούλα, μία κοπέλα αξέχαστη, ήθελε να την φωνάζουν Φρίκη.
Δύο φρίκοι, οι οποίοι φορούσαν μπλουζάκια που ανέγραφαν, το
ένα Τέντζερης και το άλλο Καπάκι, νόμισαν ότι είχαν λύσει το αίνιγμα με την απλούστατη
που έδιναν απάντηση «κύλισε ο τέντζερης
και βρήκε το καπάκι». Αυτό, ακουγόταν καλό, αλλά και επί αυτού σημειώθηκε
ένσταση από μία κοπελίτσα με γυαλάκια σοφούτσικη. Αυτή, χλωμή από πλήξη, είχε πει «Διαφωνώ κυρίες και κύριοι, το φιλμ
είναι για γιούχα. Διότι το κύλισε ο τέντζερης εμπεριέχει την έννοια του κατήφορου και τότε
θα θέλαμε σούβλισμα αν κατηφορικό δούμε τον δρόμο». «Ανηφορικό τότε;» «Ούτε.
Αυτός ο δρόμος, παίρνει την μορφή του καθένα. My way, is not your way, dear.Ο δικός μου,
είναι μοναδικός και απερίγραπτος δρόμος».
Η ιδιαίτερη διάθεση του κάθε
φρικιού αποδιδόταν με καινούργια ονόματα.
Η Κατερίνα, με την μαύρη
τελεία στο μέτωπο, είχε τρία: Τζάνις, Μόρισσον
και Πάμελα Σούζαν. Η Σόνια, είχε διαλέξει το Lady Godiva,
επηρεασμένη από την θρυλική ιστορία της γυναίκας που έβαλε στοίχημα να διασχίσει
την πόλη γυμνή πάνω στο άλογό της.
Τα προσδιοριστικά, ήταν ονόματα ιερά, μυστικά από την οικογένεια και την επίσημη κοινωνία, καθόριζαν μια καινούργια ζωή, το «ταξίδι». Δεν είχαν σχέση με τα παρατσούκλια, που ήταν κοροϊδευτικά και τα κάρφωναν σαν στιλέτα πισώπλατα, τα λεγόμενα φτυάρια. Στις πέτρινες πλάκες εκεί που χαράχτηκε η μυστική ιστορία του Ροκ, αναφέρονται τα πρώτα φρικιά με τα προσδιοριστικά τους, αλλά σε πολλές περιπτώσεις, κάποιοι έξυσαν τα ονόματα και χάραξαν από πάνω τους παρατσούκλια. Ο Johny Be Good φρικιό του Χρυσού Κλειδιού, αναγράφεται σαν ο Γιάννης ο Σβούρας διότι και χόρευε σαν σβούρα. Μία παχουλή κοπέλα που είχε διαλέξει το ποιητικότατο Ruby Tuesday κατεγράφη δυστυχώς σαν Μαρία η Κωλάρω.
Τα προσδιοριστικά, ήταν ονόματα ιερά, μυστικά από την οικογένεια και την επίσημη κοινωνία, καθόριζαν μια καινούργια ζωή, το «ταξίδι». Δεν είχαν σχέση με τα παρατσούκλια, που ήταν κοροϊδευτικά και τα κάρφωναν σαν στιλέτα πισώπλατα, τα λεγόμενα φτυάρια. Στις πέτρινες πλάκες εκεί που χαράχτηκε η μυστική ιστορία του Ροκ, αναφέρονται τα πρώτα φρικιά με τα προσδιοριστικά τους, αλλά σε πολλές περιπτώσεις, κάποιοι έξυσαν τα ονόματα και χάραξαν από πάνω τους παρατσούκλια. Ο Johny Be Good φρικιό του Χρυσού Κλειδιού, αναγράφεται σαν ο Γιάννης ο Σβούρας διότι και χόρευε σαν σβούρα. Μία παχουλή κοπέλα που είχε διαλέξει το ποιητικότατο Ruby Tuesday κατεγράφη δυστυχώς σαν Μαρία η Κωλάρω.
Τα παρατσούκλια ήταν συνήθως χυδαία,
γιατί τόνιζαν υπερβολικά τις ατέλειες, και αγνοούσαν την ομορφιά μιας αλήθειας
κρυμμένης στο ψέμα.
Τα προσδιοριστικά, ήταν υπέροχα, σαν ρετούς έσβηναν την ασχήμια, και μεταμόρφωναν σε πραγματικότητα, ένα αθώο κατ’ επίφαση ψέμα. Ιερατικά σαν τα ονόματα Φαραώ, έδειχναν την πίστη σε πνεύματα, σε καινούργιους αγίους και αμόλυντους τόπους. Η Κατερίνα συνομιλούσε με τα πνεύματα της Τζάνις, του Μόρισσον και της Σούζαν, έκανε τελετές στις επετείους των γεννήσεων και θανάτων. Ο Βασίλης Πετρίδης, ένιωθε soul mate με τον Κηθ Ρίτσαρντς. Ανάλογη πίστη είχε και ο Παύλος, για δύο πνεύματα του Ζορμπά και του Μικ Τζάγκερ.
Τα προσδιοριστικά, ήταν υπέροχα, σαν ρετούς έσβηναν την ασχήμια, και μεταμόρφωναν σε πραγματικότητα, ένα αθώο κατ’ επίφαση ψέμα. Ιερατικά σαν τα ονόματα Φαραώ, έδειχναν την πίστη σε πνεύματα, σε καινούργιους αγίους και αμόλυντους τόπους. Η Κατερίνα συνομιλούσε με τα πνεύματα της Τζάνις, του Μόρισσον και της Σούζαν, έκανε τελετές στις επετείους των γεννήσεων και θανάτων. Ο Βασίλης Πετρίδης, ένιωθε soul mate με τον Κηθ Ρίτσαρντς. Ανάλογη πίστη είχε και ο Παύλος, για δύο πνεύματα του Ζορμπά και του Μικ Τζάγκερ.
Δικαιολογημένα, οι φρίκοι, εξήπταν την περιέργεια και προκαλούσαν τα
ερωτήματα της σοβαρής κοινωνίας. «Ποιοι είναι αυτοί οι αλητήριοι;» «Οι μακρυμάλληδες; Μπορεί ποτέ αυτές
οι αδελφές να αναλάβουν υπεύθυνες θέσεις;».
Αυτά τα σπουδαία ερωτήματα
δεν πτοούσαν καθόλου το ηθικό των φρίκων. Το αντίθετο μάλιστα, οι φρίκοι τα χαίρονταν
και τα θεωρούσαν επαίνους. Γι αυτό άλλωστε, και ο εκλαμπρότατος φρίκος, Δόκτωρ Πολυκαρπώφ, έλεγε σε όλους
αυτούς που τον κοιτούσαν περίεργα: Ευχαριστώ πολύ!
Πρόθυμη να ευχαριστήσει τους
περίεργους ήταν και η Γιολάντα, εξ ου και η υπόθεση πως, συγγένευε με τους
φρίκους. Αλλά, η δική της διάθεση, ήταν διαφορετική από εκείνη του Δόκτορα. Γιατί,
ενώ ο Δόκτωρ, ευχαριστούσε συνήθως τους περίεργους περιοχής Παγκρατίου ( εκεί μετέβαινε
τα Σαββατοκύριακα δια να πιει καφέ, κατά κανόνα φαρμάκι), η Γιολάντα, ευρισκομένη
οπουδήποτε, ευχαριστούσε τον οποιονδήποτε, και μάλιστα με αυτά ακριβώς τα
λόγια…
Ευχαριστώ. Ευχαριστώ πολύ σας είπα. Ναι, ναι, είμαι
χαρούμενη, σας είπα ευχαριστώ. Τι άλλο θέλετε; Για τη ζωή μου; Ποια ζωή μου; Ά ναι…για τη ζωή
μου. Ευχαριστώ, ευχαριστώ. Μόνο τώρα που κι ο τελευταίος έφυγε, ας κλείσουμε τα
φώτα κι ας καθίσουμε στα σκοτεινά ψάχνοντας γι αστέρια…Σας παρακαλώ τώρα, σ’
ένα κύκλο, γύρω από μια πυγολαμπίδα, ας θυμηθούμε τα περασμένα, ας κρίνουμε τα
τωρινά, ας ονειρευτούμε τα μελλούμενα…Ναι! Ευχαριστώ. Ευχαριστώ πολύ.
Μόνο ας κλείσουμε τα φώτα κι έτσι στα σκοτεινά αφήστε με να κοιμηθώ…να
ονειρευτώ…παρακαλώ σας…ευχαριστώ σας…
(Απόσπασμα από ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΩΝ ΗΡΩΩΝ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ, Μ Νταλούκας, Εκδ ΟΞΥ, 2011)
Φοβάμαι τον Θάνατο. Εσύ; Μουσική : Ding An Sich Ποίηση : Γιόλα Αναγνωστοπούλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου