Η φωτογραφία του Βασίλη
Καραμανώλη: το τανκς, μπροστά στην Πύλη του Πολυτεχνείου, νύχτα, ώρα 02.30 προς
το ξημέρωμα 17ης Νοεμβρίου 1973.
«Σπάστε την πόρτα και τσακίστε
τους!» διέταξε ο συνταγματάρχης Θρασύβουλος Γιοβάνης, και το τανκς, με αναμμένους
τους μεγάλους προβολείς κινήθηκε μπροστά.
Το οδηγούσε ο στρατιώτης Σκευοφύλαξ, με ασφαλισμένη την θυρίδα ορατότητας για να μην βλέπει τους φοιτητές και λυγίσει. Οι φοιτητές, μέσα από τα Κάγκελα, φώναζαν «Είσαστε αδέλφια μας, δεν θα μας χτυπήσετε», αλλά διαψεύσθηκαν.
Το οδηγούσε ο στρατιώτης Σκευοφύλαξ, με ασφαλισμένη την θυρίδα ορατότητας για να μην βλέπει τους φοιτητές και λυγίσει. Οι φοιτητές, μέσα από τα Κάγκελα, φώναζαν «Είσαστε αδέλφια μας, δεν θα μας χτυπήσετε», αλλά διαψεύσθηκαν.
Σχεδόν όλα, τα καλλιτεχνικά έργα που δημιουργήθηκαν μέσα στο Πολυτεχνείο, στην διάρκεια του τριήμερου ξεσηκωμού, έχουν χαθεί. Ο κυριότερος λόγος, είναι ότι είχαν ταχυδραματικό χαρακτήρα. Το υλικό καταγραφής ήταν συνήθως χαρτάκια, χαρτόνια ή πακέτα από τσιγάρα. Ένα σκίτσο, ένα ποίημα, μία φράση... η αντιδικτατορική τέχνη εκείνων των λαμπερών ημερών, ζούσε για τη στιγμή. Κανείς από τους φοιτητές δεν τα έβλεπε σαν καλλιτεχνικά έργα, που έπρεπε να μείνουν στον χρόνο. Αντίθετα, τα έβλεπαν σαν «λυρικά ξεσπάσματα» που έπρεπε να γίνουν πράξη.
Οι κολώνες του
Πολυτεχνείου, τα Κάγκελα, γίνονται το Salon των μεγάλων επαναστατών που κρεμάνε
τα συνθληματα και τα έργα τους. Λίγες μέρες πριν, φοιτητές στην Ταϊλάνδη, είχαν
ξεσηκωθεί κατά του εκεί φασισμού και θυσίασαν τις ζωές τους. Γι αυτό και η τιμητική αναφορά,
στο έργο, άκρη αριστερά, που επιγράφεται ΤΑΪΛΑΝΔΗ (Φωτογραφία Βασίλης Καραμανώλης, 15 Νοεμβρίου 1973)
Καλλιτεχνικά έργα, που
δημιουργήθηκαν τις μέρες που ακολουθούν, το θλιβερό (αλλά ένδοξο) τέλος, έχουν σωθεί.
Τα έργα αυτά δεν πρέπει
να συγχέονται, με όσα δημιουργούν
Από τα αυθεντικά έργα λοιπόν, του "πραγματικού χρόνου", διαλέγω
να σας παρουσιάσω ενδεικτικά, ένα ποίημα, δύο σχέδια, ένα λογοτεχνικό έργο, και ένα
τραγούδι.
Γιόλα Αναγνωστοπούλου: Ποίημα για το Πολυτεχνέιο, Νοέμβριος 1973.
Ένα από τα ποιήματα που διασώθηκαν,
γράφτηκε από την ποιήτρια Γιόλα Αναγνωστοπούλου, μία ή δύο μέρες μετά την εκκένωση
του Πολυτεχνείου...
Μερικές βραδιές, κι είναι φριχτά
παράλογο να βλέπεις την πρωινή δροσιά, και θυμούνται εκείνη τη στιγμή που πέτρωσε,
καθώς ο σιδερένιος όγκος σηκώθηκε για να πέσει, στους λάκους των μαύρων, των γαλάζιων,
των καφετιών ματιών, που μείναν να κοιτάζουν τον σιδερένιο θάνατο.
Μερικές βραδιές, μαζεμένοι σε
δωμάτια με τους δασκάλους να κοιτάζουν αμίλητοι, απ τους τοίχους
ακούν οι άνθρωποι τις τελευταίες
κραυγές, τον ψίθυρο, τοσν σπαραγμό, της προδομένης ελπίδας.
την κραυγή «είμαστε αδέλφια
σας. δεν θα χτυπήσετε τ αδέλφια σας»
κι είναι φριχτό να ξέρουν πως
...χτύπησαν
πως κι η τελευταία ελπίδα είναι
χαμένη και μόνο η γνώση πως τώρα πια περιθώρια για ελπίδες δεν έχουν
παρά μόνο σκληρό κι αδυσώπητο
αγώνα πρέπει να κάνουν.
Ειν το μόνο που κέρδισαν, πως
συνεννόηση και δίκιο
δεν έχουν να περιμένουν από
ανθρώπους άνομους
μον το κακό, να το χτυπάνε όπου
το βρούνε.
Ειν το μόνο μα και το μεγάλο
που κέρδισαν.
Μα ναι, κάτι ετοιμάζεται, κάτι
μεγάλο και μυστικό
όταν ο κόσμος, παύει να φοβάται,
τρίξουν τα θεμέλια κάθε κατάστασης
που στεριωμένη είναι στην
ανεξέλεγκτη εκμετάλλευση
στο μηχανισμό του τρόμου,
στην βία, στην αλλοτρίωση του
ανθρώπου.
(Γιόλα Αναγνωστοπούλου-Πολυτεχνείο
/απόσπασμα, Νοέμβριος 1973)
Κυριάκος Ρόκος : Πολυτεχνείο. (Σινική μελάνι, Νοέμβριος 1973).
Ένα σπουδαίο σχέδιο επίσης λίγες
μέρες μετά το τέλος της φοιτητικής εξέγερσης, κάνει ο Κυριάκος Ρόκος. Το σχέδιο
συνδυάζει την ψυχεδελική με την αντιδικτατορική διάθεση. Δυο τεράστια και άσχημα
χέρια, κλείνουν φοιτητές που διαδηλώνουν
κρατώντας πλακάτ που γράφουν ΑΠΟΨΕ. Η παραπομπή είναι προφανής, στο σύνθημα του
ξεσηκωμού ΑΠΟΨΕ ΠΕΘΑΙΝΕΙ Ο ΦΑΣΙΣΜΟΣ. Τα άσχημα χέρα είναι τα χέρια της χούντας.
Μια στρατιωτική φιγούρα φορά ιατρικά ακουστικά και αφουγκράζεται συνοφρυωμένη
τις κραυγές των παιδιών. Αυτός είναι ο δικτάτορας Γεώργιος Παπαδόπουλος, που παρομοίαζε
τον εαυτό του με γιατρό, χειρυργό ή και ορθοπεδικό, που πραγματοποιούσε την
σωτηρία της ασθενούς πατρίδος. Ο τοίχος στο φόντο, συμβολίζει το Πολυτεχνείο.
Ακόμα γράμματα σχηματίζουν αφαιρετικά τέσσερις ημέρες: Τετάρτη, Πέμπτη,
Παρασκευή και Σάββατο.
Είναι οι ημέρες που διήρκεσε
το φοιτητικό έπος.
Κυριάκος Ρόκος : Φοιτητής στο Πολυτεχνείο. (Σινική μελάνι, Νοέμβριος 1973).
Ένα άλλο πολύ δυνατό σχέδιο του Ρόκου, είναι ο φοιτητής που προτάσσει το στήθος του, στην βία της χούντας.
Ο φοιτητής, έχει πρόσωπο περιστεριού, που συμβολίζει την αθωότητα, και το άσπιλο πρόσωπο του αγώνα.
Η χουντική βία, συμβολίζεται με το δάχτυλο, που τεντωμένο δείχνει στόχο, το νεανικό στήθος.
Κυριάκος Ρόκος : Φοιτητής στο Πολυτεχνείο. (Σινική μελάνι, Νοέμβριος 1973).
Ένα άλλο πολύ δυνατό σχέδιο του Ρόκου, είναι ο φοιτητής που προτάσσει το στήθος του, στην βία της χούντας.
Ο φοιτητής, έχει πρόσωπο περιστεριού, που συμβολίζει την αθωότητα, και το άσπιλο πρόσωπο του αγώνα.
Η χουντική βία, συμβολίζεται με το δάχτυλο, που τεντωμένο δείχνει στόχο, το νεανικό στήθος.
Την πρώτη εβδομάδα μετά τα
δραματικά γεγονότα, δηλαδή από τις 18 μέχρι και τις 26 Νοεμβρίου, η Κωστούλα Μητροπούλου, γράφει
«Το Χρονικό των Τριών Ημερών», ένα από τα συγκλονιστικότερα έργα. Το Χρονικό, είναι
η αφήγηση των όσων η ίδια έζησε στην διάρκεια της ηρωικής τελευταίας νύχτας. Το
έργο είναι γραμμένο με ψυχεδελικό τρόπο και αναφέρει την περίπτωση ενός κοριτσιού,
που ορκίζεται πως αν μπει το τανκς θα αυτοκτονήσει, και το κάνει. Το Χρονικό, μοιραζόταν
σε πολυγραφημένα αντίτυπα, χέρι με χέρι, μεταξύ φοιτητών. Σαν βιβλίο τυπώθηκε ,
μετά την πτώση της χούντας.
Αυτό το παιδί που μας κοιτά
μαρμαρωμένο στο χρόνο, ήταν κάποτε, ο 17χρονος Διομήδης Κομνηνός. Μοιάζει να
μας ρωτά ένα τεράστιο ΓΙΑΤΙ; Σκοτώθηκε στα δραματικά γεγονότα της ηρωικής
εξέγερσης του Πολυτεχνείου, από έναν άνανδρο δολοφόνο που όμως, το όνομά του,
δεν αποκαλύφθηκε ποτέ.
Ο Διομήδης πυροβολήθηκε τη
νύχτα της 16ης προς 17η Νοεμβρίου 1973, από
κάποιον αστυνομικό της φρουράς του υπουργείου Δημόσιας Τάξης.
Ο πατέρας του ζήτησε να γίνει
βαλλιστική εξέταση, και να ερευνηθούν και τα 53 όπλα των αστυνομικών του τότε
υπουργείου, πράγμα που δεν έγινε ποτέ. Έτσι, ο δολοφόνος του Διομήδη, παρέμεινε
άγνωστος.
Αμέσως μετά το Πολυτεχνείο,
στην διάρκεια της πρώτης εβδομάδας που ακολουθεί, η Κωστούλα Μητροπούλου,
έγραψε και μια σειρά στίχων για τα παιδιά του Πολυτεχνείου. Ένας από αυτούς τους
στίχους, ήταν για τον πιο μικρό, που έφυγε από σφαίρα. ..
ο πιο μικρός, λιγνός
ξανθός
άξαφνα βρέθηκε μπροστά
πέρασε η σφαίρα την καρδιά
κι άδειασε η γη σαν
αγκαλιά
Τον νεκρό τον ονομάζει
Κωσταντή, αλλά είναι φανερό πως πρόκειται για τον νεαρό Διομήδη.
Ο λόγος που δεν αναφερόταν το
πραγματικό του όνομα, είναι ότι η Κωστούλα, ακόμη δεν το ήξερε, έμαθε μόνο ότι
σκοτώθηκε και ένα παιδί, μόλις 17 χρόνων. Αλλά υπάρχει και ένας δεύτερος λόγος,
εξαιρετικά συμβολικός και καλλιτεχνικός. Το όνομα Κωσταντής, είναι και μία
αναφορά στον αιώνιο (πιστό στην τιμή, ελευθερία και στο καθήκον) Κωσταντή της
φυλής μας, που μοιρολογά διαχρονικά η ελληνίδα μάνα (Τραγούδι του Νεκρού
αδελφού).
Τους στίχους μελοποίησε ο
Ανακρέων Παπαγεωργίου και το τραγούδι (όπως και όλα τα υπόλοιπα που έγραψε η
Κωστούλα για το Πολυτεχνείο) ηχογραφείται μυστικά, με
τη φωνή της Έλενας Ναθαναήλ.
Είναι η πρώτη και η μοναδική
φορά που η Έλενα Ναθαναήλ, τραγούδησε, και αυτό μόνο για να τιμήσει τον Διομήδη
Κομνηνό και τα παιδιά του Πολυτεχνείου. Τα τραγούδια αυτά (Το Χρονικό των Τριών
Ημερών) δεν κυκλοφόρησαν ποτέ στη δισκογραφική αγορά.
ΥΓ:
1-Η Κωστούλα Μητροπούλου,
είναι πολύ γνωστή από τους στίχους που έγραψε στο τραγούδι "Ο Δρόμος"
που μελοποίησε και τραγούδησε ο Μάνος Λοΐζος.
2-Η Έλενα Ναθαναήλ,
συμμετείχε στην εξέγερση του Πολυτεχνείου, αλλά ποτέ δεν θέλησε να μιλήσει γι
αυτό, όπως έκαναν άλλοι, που εξαργύρωσαν αργότερα τον αγώνα τους, με
κρατικοδίαιτες θέσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου