Ο ποιητής Αργύρης Μαρνέρος
(Φωτο: Horst Schwartz, 2012)
Δέκα δραχμές το καριοφίλι
Τα γιαταγάνια δωρεάν
Έλα κουτέ να γίνουμε φίλοι
άσ’ το για άλλους το εάν
Το «Έλα Κουτέ να γίνουμε
Φίλοι», είναι ποίημα του Αργύρη Μαρνέρου, γραμμένο, την εποχή της Δικτατορίας.
Μελοποιήθηκε από τον Νικόλα Άσιμο και έγινε από τα καλύτερά του τραγούδια.
Είναι ένα χέρι φιλίας, που
απλώνεται στον ιδεολογικό μας εχθρό, και που ίσως, πραγματικός εχθρός μας δεν
είναι.
Το ποίημα, εννοεί, πως πολλές
φορές, ένα πονηρό σύστημα, βάζει με επιτηδειότητα, δυο έντιμους ανθρώπους, τον
έναν απέναντι στον άλλον. Και τους πουλά πολύ φθηνά, τα όπλα για να φαγωθούνε
μεταξύ τους: Δέκα δραχμές το καριοφίλι/Τα
γιαταγάνια δωρεάν.
Τους έντιμους και καλούς
ανθρώπους, μπορεί άνετα, να τους χωρίσει μια ιδεολογία: «Εάν δεν πίστευε αυτά
που πιστεύει, θα γινόμασταν φίλοι». Εάν. Αυτός, είναι ο αξεπέραστος φράχτης,
που ορθώνεται μεταξύ μας.
Ζητήσαμε από τον ποιητή
Αργύρη Μαρνέρο, να εξηγήσει το ποίημα. Και αυτή, είναι η εξήγηση, που μας
έδωσε:
ΕΛΑ ΚΟΥΤΕ ΝΑ ΓΙΝΟΥΜΕ ΦΙΛΟΙ
"Για πολλά πράγματα μπορείς να
μιλήσεις για ορισμένο χρόνο κύησης, όμως άδικος κόπος να ρωτήσεις πόσο χρόνο
χρειάζεται για να γεννηθεί ένα ποίημα. Ποτέ δεν μπορείς να προσδιορίσεις με
ακρίβεια την αφετηρία του γαμέτη. Η στιγμή της γέννησης ορίζει την αρχή, όμως
μια πλασματική αρχή. Είναι μια σύμβαση με τον χρόνο, όπως τα πάντα είναι
συμβάσεις, ό,τι αφορά την αρχή και το τέλος των πραγμάτων και ειδικά αυτών, που
έχουν σχέση με την τέχνη. Μακάρι να ξέραμε πόσα έργα θάφτηκαν μαζί με τον
δημιουργό, αυτά που δεν πρόλαβε, ή αυτά που δεν θέλησε να ξεθάψει η ψυχή του.
Αλήθεια, πόσους στίχους και πόσες νότες πήρε μαζί του ο Νικόλας Άσιμος;
Ήταν γύρω στο 1970, εποχή
εσωτερικής αναταραχής και εξωτερικής ταριχευμένης ησυχίας. Μιλώ για τα
φοιτητικά χρόνια της Θεσσαλονίκης. Ο Νικόλας, είχε οργανώσει μία θεατρική ομάδα
και ανταμώναμε στο υπόγειο της Φιλοσοφικής, που ήταν χώρος για πρόβες και για
συζητήσεις. Ίσως μέσα σε αυτές τις συζητήσεις να βρίσκονται οι πρώτοι σπόροι του
ποιήματος. Ο Νικόλας πρωτοστάτησε σε πολλά και ίσως το θέατρο, ήταν μια
ευκαιρία να ξεθάψει ή να θάψει πράγματα επί σκηνής. Ο στίχος μέσα στο ποίημα
«άστο για άλλους το ΕΑΝ» είναι η αιχμή του, γιατί τα γεγονότα είνια πάντα
ρευστά, μάλιστα μερικές φορές, μέχρι να δέσουμε τα κορδόνια απ’ τα παπούτσια
μας, μας έχουν ήδη ξεπεράσει. Οι αντιπαραθέσεις είναι σκόπιμα σενάρια, που
ξεκινούν από τα παρασκήνια, αλλά επάνω στη σκηνή το αίμα δεν είναι χυμός από
ντομάτα. Το ποίημα είναι ένα χέρι φιλίας, που απλώνεται για να παραμερίσει τα
παραμύθια, αυτά που χτίζουν οι ξαπλωμένοι πάνω σε βελούδινα μαξιλαράκια.
Ο χρόνος της επταετίας, ήταν
ένα ξεροχώραφο, όπου ο καθένας άνοιγε το πηγάδι του για να ξεδιψάσει. Σίγουρα
μέσα από αυτό το πηγάδι να βγήκε και αυτό το ποίημα. Αυτή ήταν η αρχή. Μετά
έπρεπε κάποιος να του βάλει φτερά για να πετάξει.
Αυτός ήταν ο Νικόλας Άσιμος.
Έσκαψε με την κιθάρα του το χρόνο, μέχρι να ανταμώσει το νερό του. Ποτέ δεν
πούλησε μέσα σε φιάλες πολυτελείας το τραγούδι του και ποτέ δεν άναψε η φλόγα
του χρυσά κηροπήγια.
Έφυγε με ένα σχοινί τυλιγμένο
στο λαιμό του, αλλά το καρφί που τέντωσε τη θηλιά, ήταν καρφωμένο στο μάτι του
ουρανού".
Αθήνα 7-02-2017
Αργύρης Μαρνέρος
εκ Δοξάτου Δράμας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου